Είναι απίστευτο αλλά η κατάσταση με την κουκουλο-εγκληματικότητα φοβάμαι πως σύντομα θα γίνει κοινός τόπος. Η ζοφερή αυτή εικόνα είναι λογικό να έχει ταρακουνήσει τους θιγόμενους πολίτες που πλέον φλερτάρουν με την αυτοδικία – όπως είδαμε πρόσφατα στο Κολωνάκι.
Επίσης έχει ταρακουνήσει και το αρμόδιο υπουργικό επιτελείο, το οποίο έχοντας επικεφαλής κυρίως νομικούς, φαίνεται πως εξάντλησε κάθε όριο ανοχής για να επιδείξει αποφασιστικότητα. Ποινικοποίησαμε λοιπόν την κουκούλα, την οποία και εγώ προσωπικά έχω συνδέσει στην μνήμη μου με καταστροφές στη Νομική σχολή και στην περίφημη αίθουσα Σβώλου, όπου οι συνεδριάσεις μας κάθε φορά διακόπτονταν από τις ξαφνικές επιδρομές των γνωστών αγνώστων πιτσιρικάδων, κουκούλες φέροντες.
Όλοι πάντοτε είχαμε απορία, αν ήταν το πανεπιστημιακό άσυλο που έλυνε τα χέρια των κουκουλοφόρων και έδενε αυτά της αστυνομίας. Από την άλλη υποψιαζόμασταν πως οι ομάδες αυτές των γνωστών αγνώστων ήταν απολύτως γνωστές στις Αρχές.
Το συμπέρασμα μας λοιπό ήταν πως οι κουκούλες φέροντες ήταν απολύτως γνωστοί στην αστυνομία και μάλιστα με φωτογραφική ακρίβεια. Σε τέτοιο δε βαθμό που αναρωτιόμασταν ως φοιτητές τότε, αν οι κουκούλες εξυπηρετούν τους κουκουλοφόρους ή μήπως αυτούς που μερικές ώρες μετά τα έκτροπα και τις προσαγωγές ήταν αναγκασμένοι να τους χαϊδέψουν.
Είχαμε δε τη βεβαιότητα ότι η κουκούλα κάλυπτε όχι το πρόσωπο των πιτσιρικάδων που έκαναν τα επεισόδια αλλά κυρίως την αδυναμία των αρχών να συλλάβουν τους δράστες. Κάτι που επίσης έμαθα εκείνα τα «ζωηρά» χρόνια ως φοιτητής της πολύπαθης Νομικής Αθηνών, ήταν ότι μια σύλληψη είναι μια πολύ απολαυστική ενέργεια για ένα αστυνομικό όργανο.
Πόση υπομονή λοιπόν μπορεί να έκρυβαν και οι αστυνομικοί ενώπιον των οποίων εκτυλίσσονταν εμπρησμοί και καταστροφές; Και τί ήταν αυτό που τους κρατούσε καθηλωμένους να απέχουν από το καθήκον; Μήπως κάποιος θα τους τραβούσε το αυτί αν έπρατταν το αυτονόητο.
Βέβαια, αν φοράς κουκούλα, κανείς δεν μπορεί να σου τραβήξει το αυτί…